Για τον Βαγγέλη Τσακιρίδη
Μαζί του χάθηκε ένα ακόμα κομμάτι από τη ζωντανή ιστορία αυτής της πόλης.
Τιμώντας τον, σαν αγωνιστή αλλά και σαν άνθρωπο, δημοσιεύουμε ένα μικρό απόσπασμα από συνέντευξη που έδωσε στην τοπική εφημερίδα «Στάση» το 1998. Αναφέρεται στα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια, στην προσωπική του στράτευση αλλά και σε πρόσωπα της πόλης που τα περισσότερα χάθηκαν στην ανωνυμία τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν. Χωρίς όμως να χαθούν πραγματικά αφού άφησαν όπως και ο Βαγγέλης Τσακιρίδης τη δική τους πλούσια παρακαταθήκη
«Τι θυμάστε για την ΕΔΑ στο Χαλάνδρι, πώς οργανωθήκατε εσείς και ποια ήταν η γενικότερη κατάσταση εδώ στο Χαλάνδρι την εποχή εκείνη;
Γραμματέας της ΕΔΑ Χαλανδρίου ήταν ο Θανασάς. Τον γνώρισα το ’53 που βγήκε από την εξορία, και ενώ εγώ είχα ήδη οργανωθεί στην ΕΔΑ. ΄Ητανε μια ΕΔΑ με τα γραφεία της στη Μητροπόλεως – ένα διώροφο σπιτάκι με ένα ξύλινο πάτωμα που φοβόμασταν μη βουλιάξει. Αμέσως ο Θανασάς ανέλαβε γραμματέας της ΕΔΑ Χαλανδρίου. Τότε δεν υπήρχε δυνατότητα για τοπικά γραφεία. Μαζευόμαστε στο κέντρο από όλη την Αθήνα. Άλλωστε πόσοι μπορεί να ήμασταν, αφού ήταν γεμάτες οι φυλακές και οι εξορίες. Μου είπε να κάνουμε μια μυστική συγκέντρωση του Χαλανδρίου και μου ανέθεσε να βρω κόσμο από το Συνοικισμό. Τότε εγώ ήμουνα, το 1953, 17-18 χρονών, τι κόσμο να μαζέψω;
Εδώ στη γειτονιά, θυμάμαι, όλοι είχαν περάσει από τον ΕΛΑΣ -τον εφεδρικό ή τον μόνιμο- και ήταν προσωπικότητες. Μπορούσα τώρα εγώ να πάω σε έναν Ελασίτη, τριάντα χρονών, και να του πω έτσι και έτσι;. . . Άλλωστε και ο κόσμος φοβότανε. Είχαν περάσει όλη εκείνη την περίοδο της αυτοάμυνας, που τα βράδια ερχόντουσαν οι χίτες και πυροβολούσαν εν ψυχρώ μέσα από τα παράθυρα. Κάποιοι πια είχαν βρει τον δρόμο τους, καμιά δουλίτσα… Εν πάσει περιπτώσει, τότε εγώ ανέπτυξα πρωτοβουλία και μάζεψα 7-8 άτομα και πήραμε το λεωφορείο και κατεβήκαμε στην Αθήνα. Αυτό τότε χαρακτηρίστηκε πολύ σημαντικό.
Μου λέει ο Θανασάς μετά από κάποιες μέρες να πάμε στην αστυνομία επίσημα και να συστηθούμε. Πήγαμε και τους λέει: “Είμαι ο γραμματέας της ΕΔΑ Χαλανδρίου και από εδώ ο γραμματέας της νεολαίας ΕΔΑ Χαλανδρίου”. Υποτίθεται ότι από εκεί στιγματίστηκα κιόλας, γιατί η αλήθεια είναι ότι από τους γονείς μου δεν υπήρξε δραστηριότητα κομματική, ήταν πολύ ηλικιωμένοι. Απλώς θυμάμαι εδώ στη γειτονιά ο πατέρας μου σαν εμπειροπόλεμος, τους εκπαίδευε σε εκείνα τα παλιά τα όπλα που είχανε στον εφεδρικό ΕΛΑΣ, στη λειτουργία, τη σκοποβολή. . .
΄Ολη η γειτονιά εδώ ήταν αριστερή. Πέρασαν περίοδοι το ’44 που οι Γερμανοί δεν μπαίνανε εδώ στη γειτονιά, φοβόντουσαν. ΄Ηταν σαράντα σπιτάκια προσφυγικά, και γύρω-γύρω ήταν έρημος ο τόπος, όλο σπαρτά κι ελιές. Οι Γερμανοί ερχόντουσαν οπλισμένοι σαν αστακοί μόνο την ημέρα.
Το 1953 η ΕΔΑ είχε στο Χαλάνδρι δέκα περίπου άτομα, η νεολαία 5-6 από τη γειτονιά, βρήκαμε και κάποιο παιδί από το Κάτω Χαλάνδρι. Η περιοχή αυτή ήταν ερημιά, χωράφια. Είχε πολύ λίγα σπιτάκια.
Η αλήθεια είναι ότι το κυρίως Χαλάνδρι ήταν κυρίως δεξιό, είχε παρόλα αυτά κάποιους ντόπιους Χαλανδραίους, Αρβανίτες, στην αριστερά, τους οποίους γνώρισα αργότερα, όταν βγήκαν από τις φυλακές. ΄Οπως ο μακαρίτης ο Σπύρος ο Μαρίνης που όλα του τα χρόνια έζησε με τη γενιάδα για να θυμίζει το αντάρτικο, στο οποίο ήταν στην Πεντέλη. Ηταν από οικογένεια ακροδεξιών.
Γνωρίζουμε ότι εκείνη την περίοδο συγκροτήθηκε και πάλι η ΕΠΟΝ ή μάλλον σχηματίστηκε ένας παράνομος νεολαιίστικος μηχανισμός που ονομάστηκε δεύτερη ΕΠΟΝ. Υπήρχε τέτοιος πυρήνας στην περιοχή;
Με την ίδρυση της δεύτερης ΕΠΟΝ, θυμάμαι δούλευα σε ένα εργοστάσιο στο Μεταξουργείο, εκεί ήταν ένας συνάδελφός μου, μεγαλύτερος από μένα, από το Γαλάτσι που ήταν και αριστερός και τα συζητάγαμε. Κάποια μέρα, στα γραφεία, μου λέει ο Θανασάς, αν θέλεις να αναλάβεις τώρα με την ίδρυση της ΕΠΟΝ υπεύθυνος των βορείων προαστείων και εννοείται ότι από την ΕΔΑ διαγράφεσαι και δεν ξαναπατάς.
Θυμάμαι ότι ήταν μαζί στη συζήτηση και ένας ανθυπολοχαγός του τακτικού στρατού και ένας επιλοχίας μόνιμοι, διωγμένοι πια, αυτοί κρατάγανε σαν υπεύθυνοι το Χαλάνδρι και μαλλον τα βόρεια προάστεια. Χαρακτηριστικό είναι -τώρα που τα θυμάμαι σιγά, σιγά- ότι μου είπαν: “επαφή θα πάρεις, τι θα κάνεις και με ποιους θα βλέπεσαι, τίποτε άλλο”. Και ούτε λίγο ούτε πολύ η επαφή μου ήταν αυτό το παιδί που δουλεύαμε μαζί στο εργοστάσιο, χωρίς να ξέρουν όμως αυτοί ότι δουλεύαμε μαζί. Του είπανε να βρεί τον Βαγγέλη από το Χαλάνδρι που δουλεύει στο τάδε εργοστάσιο και να του δώσει την παράνομη επαφή. ΄Ηταν ο Στέλιος, το θυμάμαι το όνομά του.
Πράγματι ο Στέλιος έρχεται το πρωί στο μαγαζί και κάποια στιγμή βρήκαμε ευκαιρία να μιλήσουμε Μου εξήγησε πώς θα γινόταν η επαφή. “Αύριο το βράδυ” -μου λέει- “θα γίνει ως εξής η επαφή, με αυτόν που θα γνωριστείς. Ανεβαίνοντας τη Σταδίου, σε καποιο συγκεκριμένο σημείο ήταν ένα κτίριο που ήταν τα ιατρεία του ΙΚΑ. Θα κρατάς έτσι εμφανώς μια δεξιά εφημερίδα στο χέρι για να σε γνωρίσει αυτός”. Και έτσι πράγματι έγινε. Δεν ξέρω καν ποιος ήταν ο άνθρωπος με τον οποίο είχα επαφή, ούτε γνώρισα κανέναν άλλο. Μου δίνει, λοιπόν, ένα δεματάκι με καμιά δεκαριά εφημερίδες της ΕΠΟΝ Αθήνας να τις κυκλοφορήσω και ανελαβα να τις διακινώ και να συγκεντρώνω κάποια χρήματα.
Ποια ήταν η δραστηριότητά σας;
Βρήκα αρκετά παιδιά στη γειτονιά που τα οργάνωσα. Μαζευόμασταν σε σπίτια ή στο καφενείο και αναπτύξαμε εδώ στη γειτονιά πάρα πολύ καλή δραστηριότητα. Η εντολή ήταν να πουλάμε τις εφημερίδες, να οργανώνουμε κι άλλους αλλά να μην έχουν καμιά σχεση με τον κεντρικό μηχανισμό και τον άνθρωπο που συναντούσα. Είχα πάρει ένα βακελίτη και σκάλιζα “ΕΠΟΝ Αθήνας” ή σ’ ένα πιάτο βάζαμε μελάνι με μια πατσαβούρα και φύλλα από τετράδιο και τυπώναμε προκηρύξεις και έτσι γεμίζαμε την περιοχή. Δυστυχώς δεν έχω κρατήσει καμιά από αυτές. Θυμάμαι ότι τότε πήγαινα σε μια νυχτερινή σχολή και τον βακελίτη τον είχα πάντα μέσα στη τσάντα μου.
Οργάνωσα και δυο-τρεις στην Κηφησιά, μια και ήμουν υπέυθυνος των βορείων προαστείων, βέβαια το πρωί δούλευα, το βράδυ πήγαινα σχολείο, δεν είχα και πολύ μεγάλα περιθώρια. Μου δώσανε μια επαφή απο το Χολαργό, ήταν μόνο ένα παιδί δεν υπήρχε άλλος.. Εκτός από τις προκηρύξεις γράψαμε κάποιες φορές σε ένα πανί το “ΕΠΟΝ Αθηνών” και το κρεμάσαμε στα καλώδια της ΔΕΗ. Συνήθως πηγαίναμε στο δρόμο προς την Καλογρέζα, εκεί πριν τις Καμάρες, που ήταν ερημικά. Τότε έγινε μεγάλος ντόρος, γιατί δεν υπήρχαν και πολλά μέσα για να πάνε γερανοί να το ξεκρεμάσουν.
Ποια ήταν η κοινωνική σύνθεση της οργάνωσης;
Οι περισσότεροι είμασταν εργάτες, πολύ λίγοι βγάλανε το Γυμνάσιο, ήταν μεγάλη υπόθεση τότε… Υπήρχε μεγάλη φτώχεια. Ο πατέρας μου είχε ένα καροτσάκι και πούλαγε ξηρούς καρπούς έξω από το Γυμνάσιο, αυτή τη δουλειά την έκανε από προπολεμικά. Αν και ήμουν καλούτσικος μαθητής, με κάλεσε μια μέρα ο γυμνασιάρχης και μου είπε ότι ο πατέρας μου, μου είχε βρει κάποια δουλειά και να σταματήσω το σχολείο. ΄Αλλωστε και αυτοί που είχαν τελειώσει το Γυμνάσιο δούλευαν σαν εργάτες. Έτσι σταμάτησα και έπιασα δουλειά. Αργότερα πήγα σε νυχτερινή τεχνική σχολή.
Υπήρχαν συλλήψεις νεολαίων από την περιοχή;
΄Ηταν πολύ δύσκολες εποχές, αν όχι εκτέλεση, πάντως υπήρχαν συνεχώς οι φυλακές και οι εξορίες. Ταλαιπωρία. Ο Θανασάς ήταν πάλι εξορία. ΄Εμπαιναν οι αστυνομικοί μέσα στο λεωφορείο και, αν υποπτεύονταν κάτι, άρχιζαν οι ξυλοδαρμοί. Η “Αυγή” αν και κυκλοφορούσε ελεύθερα αν σε έβλεπαν να τη διαβάζεις μπορούσαν να σε πιάσουν. Παντού υπήρχαν ρουφιάνοι. Εμένα με παρακολουθούσαν. Παρόλα αυτά στη νεολαία, εδώ στην περιοχή, δεν έγιναν συλλήψεις. Εμένα πια αρχίσανε να με τραβάνε συνέχεια στην αστυνομία, με αυτές τις δραστηριότητες, τις προκηρύξεις, τις εφημερίδες, τα συνθήματα. Βέβαια δεν ξέρανε ποιοι ήταν υπεύθυνοι, αλλά ξέρανε ότι ήταν από το Συνοικισμό. Και είχαν κάποιες υπόνοιες. Εμένα δεν με βλέπανε πια στα γραφεία της ΕΔΑ. ΄Ομως κάθε φορά που πήγαινα παλιά υπήρχε και ένας ρουφιάνος ασφαλίτης Χαλανδραίος έξω από τα γραφεία, αν και υποτίθεται ότι τότε η ΕΔΑ λειτουργούσε επίσημα. Αυτοί οι μεγάλοι μπαινοβγαίνανε στις φυλακές. Ο Θανασάς μου έλεγε χαρακτηριστικά ότι έχει τη βαλίτσα του πάντοτε έτοιμη.
Και πώς κατέληξε η οργάνωση;
΄Ολος αυτός ο κύκλος κατέληξε ως εξής: το ’56 βγήκε ο Γιώργος ο Σουμελίδης από την εξορία, τον ενημέρωσα αμέσως και ανέλαβε αυτός. ΄Ηταν από τα παιδιά τα θαρραλέα που δεν υποχώρησε. ΄Ηταν παλιός ελασίτης, μπαλωματής. Το τσαγκαράδικό του το είχε κάνει γιάφκα. Εκεί μαζευόμασταν. Μας παρακολουθούσαν όμως. Και πράγματι μετά από λίγους μήνες εκείνον το ξαναχώσανε μέσα. Εγώ το ’57 πια ήμουν φαντάρος.Το ’58, ενώ υπηρετούσα στη Θεσσαλονίκη, ήρθε κάποιος και με ενημέρωσε ότι η ΕΠΟΝ διαλύθηκε
Στη γειτονιά δεν υπήρχαν παλιοί συνεργάτες των Γερμανών;
Υπήρχαν. Ο Καρελάς ήταν συνεργάτης των Γερμανών και εκτελέστηκε από Ελασίτες της γειτονιάς μετά την απελευθέρωση. ΄Ολοι αυτοί ήταν ακροδεξιοί, χίτες και παλιοί βασιλικοί. Μεταπολεμικά, πρώτος πρόεδρος της κοινότητας Χαλανδρίου βγήκε ένας Σπύρος Θεοδοσίου, του οποίου το όνομα έχουνε βάλει σε ένα δρόμο του Χαλανδρίου στην Τούφα, για να τον τιμήσουν. Αυτός ήταν γερμανοτσολιάς. ΄Οπως και ο Θεοδώρου. Όλοι αυτοί δεν βγάλανε ποτέ τη στολή του γερμανοτσολιά. Τους άρεσε να κυκλοφορούν με τη φουστανέλα, οπλισμένοι. Δεύτερος κοινοτάρχης βγήκε ο αδελφός του Καρελλά. Αυτός επέβαλλε την οδό Καρελλά στη γειτονιά. Αυτό που με καίει εμένα είναι ότι σε αυτό το δρόμο ζούσε ο Γιώργος ο Σουμελίδης που πέθανε από τις κακουχίες. Του είχανε σακατέψει τα νεφρά από το ξύλο στη Μακρόνησο. Λίγο πιο κάτω, ο Τάκης ο Σωτηρίου που σκοτώθηκε στη μάχη της Κηφησιάς, μετά τα Δεκεμβριανά. Τρίτο θύμα, στο ίδιο δρομο, ο Τάκης ο Κοτρότσος, που τον λέγαμε Πόντικα. ΄Ηταν διοικητής του εφεδρικού ΕΛΑΣ του Χαλανδρίου. Αυτόν τον πιάσανε στο Χαλάνδρι και τον βασάνισαν ανελέητα. Τελικά σε μια κουβέρτα οι χωροφύλακες τον μετέφεραν στη στάση του Λεωφορείου. ΄Οπως τον κουβαλάγανε με την κουβέρτα, τρεις-τέσσερις χίτες τον κοπανάγανε. Επειδή είχε αυτό τον βαθμό βγάλανε τα απωθημένα τους. Αργότερα στην Κεφαλονιά νομίζω, τον εκτελέσανε. ΄Εχει λοιπόν τρία θύματα σε αυτό το δρόμο και παρόλα αυτά βγάλανε τον δρόμο Καρελλά. Μετά τη μεταπολίτευση, που βγήκα δημοτικός σύμβουλος, έκανα πολλές προσπάθειες προς όλες τις διοικήσεις που πέρασαν από το δήμο, αλλά τα ονόματα δεν τα άλλαξαν.
Εδώ από τη γειτονιά είναι ακόμη καμιά δεκαριά εκτελεσμένοι από τους Γερμανούς. Ξέρεις αυτό το θέμα του δρόμου με έκαιγε και με καίει. Θα πεθάνω και παρ’ όλο που λύσαμε άλλα πιο σοβαρά προβλήματα στην περιοχή και το χαίρομαι, αυτό μου έχει μείνει σαν άγχος